ΕΝ ΗΡΤΕΣ
Εν ήρτες
που σ’ ανέμενα ψες βράδυ στο καντούνι
γκαγκάνιασε
η καρδούλα μου και ήβρασα φλισκούνι.
Ηπήα κι
ήρτα να σε βρω, με φάανε οι δρόμοι
αυτή η
ανεστιμάρα σου την κάνα μου τσιτώνει.
Κα ‘χου δεν
το δα μωρή συ πως με τα μένα παίζεις
η λούβα να
σε καταπιεί ετσά που με παιδεύεις.
‘Γω για τα
όκια σου τα δυο θα πάω να μεθύσω
θα σου
αρπάξω τα σκουλιά και θα σε ξεμερδίσω.